ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ - ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ - ΜΕΓΑ ΣΠΗΛΑΙΟ περιήγηση


Τα Καλάβρυτα είναι ορεινή κωμόπολη του νομού Αχαΐας. Είναι χτισμένα στις πλαγιές των Αροανίων (Χελμός) σε υψόμετρο 750 μέτρων. Αποτελούν έδρα του ομώνυμου δήμου και ο πληθυσμός τους σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 1.674 κάτοικοι. Τα Καλάβρυτα είναι χτισμένα στην θέση της αρχαίας Αρκαδικής πόλης Κύναιθας ή Κυναίθης. Το όνομα Καλάβρυτα (καλές βρύσες) φαίνεται να το απέκτησαν την εποχή της Φραγκοκρατίας τον 13ο αιώνα μ.Χ. όταν αποτέλεσαν έδρα μιας από τις 12 Βαρωνίες τουΠριγκιπάτου της Αχαΐας με πρώτο Βαρώνο τον Όθωνα ντε Τουρναί (Othon de Tournay) που έκτισε το κάστρο του πάνω στα ερείπια της ακρόπολης της αρχαίας Κύναιθας. Στη γαλλική παραλλαγή του Χρονικού του Μορέως αναφέρεται ως Calovrate.
Το 1430 τα Καλάβρυτα γίνονται έδρα μιας από τις τρεις ανεξάρτητες βυζαντινές ηγεμονίες (δεσποτάτα) στις οποίες είναι χωρισμένη πλέον η Πελοπόννησος, με πρώτο δεσπότη το Θωμά Παλαιολόγο. Δύο χρόνια αργότερα την δεσποτεία των Καλαβρύτων αναλαμβάνει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο οποίος διατηρεί τη θέση αυτή μέχρι το 1443.







13 Δεκεμβρίου 2043 τα ναζιστικά στρατεύματα της Γερμανίας μπαίνουν στην πόλη των Καλαβρύτων, την καταστρέφουν και εκτελούν 1.100 ανθρώπους.
Η Σφαγή των Καλαβρύτων ήταν ουσιαστικά τα αντίποινα των Ναζί στην εκτέλεση 77 Γερμανών στρατιωτών που είχαν αιχμαλωτίσει οι αντάρτες του ΕΛΑΣ λίγες μέρες νωρίτερα.  Την εκτέλεση ανέλαβε η 117η Μεραρχία Καταδρομών η οποία στην πορεία από τις παράκτιες περιοχές της Αχαΐας μέχρι τα Καλάβρυτα έκαψαν και περίπου 1.000 σπίτια σε όσα χωριά βρήκαν μπροστά τους. Όταν οι Ναζί καταδρομείς μπήκαν στα Καλάβρυτα, κλείδωσαν τα γυναικόπαιδα στο σχολείο, το οποίο επιχείρησαν να πυρπολήσουν. Παράλληλα, διέταξαν όλους τους άνδρες άνω των 14 ετών να συγκεντρωθούν έξω από το χωριό, όπου τους εκτέλεσαν με ριπές πολυβόλων. Την επόμενη ημέρα τα ναζιστικά στρατεύματα πυρπόλησαν και το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας.
Τα Καλάβρυτα τιμούν τη μνήμη των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας κάθε χρόνο και οι απόγονοι των θυμάτων διοργανώνουν εκδήλωση μνήμης με την παρουσία της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.



















 Η περιοχή των Καλαβρύτων συμμετείχε τόσο στην επανάσταση του 1770 όσο και του 1821. Στην πρώτη περίπτωση ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Παρθένιος κήρυξε την τοπική εξέγερση[1] ενώ το 1821 στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων κηρύχτηκε επίσης η επανάσταση από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου που είχαν συγκεντρωθεί εκεί (βλ. και Δοξολογία στην Αγία Λαύρα). 
Στα Καλάβρυτα οι πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Τούρκων που λαμβάνουν χώρα ήδη από τα μέσα Μαρτίου του 1821 κορυφώνονται με την κατάληψη της πόλης την 21 Μαρτίου 1821. Εξαιτίας του πρωταγωνιστικού τους ρόλου στην επανάσταση του 1821, τα Καλάβρυτα πυρπολήθηκαν δύο φορές από τα στρατεύματα Ιμπραήμ, το 1826 και το 1827. 
Αμερικανός προτεστάντης ιεραπόστολος που επισκέφθηκε τα Καλάβρυτα το 1829 αναφέρει τις καταστροφές αλλά διαπιστώνει από τα απομείναντα σπίτια ότι η πόλη ήταν καλοχτισμένη. Επίσης αναφέρει ότι ήταν ήδη πεποίθηση ότι η σημαία της επανάστασης υψώθηκε πρώτα στα Καλάβρυτα από τον Γερμανό. [2]
Στη διοικητική διαίρεση του 1836 τα Καλάβρυτα αναφέρονται με το όνομα Κυναίθη.

Σύμφωνα με μερικές πρωτεγενείς πηγές η επίσημη κήρυξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο έγινε στις 25 Μαρτίου 1821 ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανόςευλόγησε τους συγκεντρωμένους επαναστάτες και ύψωσε το λάβαρο της Επανάστασης στο θόλο του ιστορικού Ναού της Αγίας Λαύρας. Κατ' άλλες πηγές η ίδια τελετή έγινε στις 23 Μαρτίου πάλι στην Αγία Λαύρα και κατ' άλλους στην Πάτρα. Ιστορικοί του 20ού αιώνα θεωρούν ότι αυτό είναι θρύλος, βασισμένοι κυρίως στο ότι δεν αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Π. Πατρών Γερμανού. Ωστόσο σημειώνεται από ιστορικούς που ασχολήθηκαν με αυτά ότι τα απομνημονεύματα δεν είναι πλήρη και είχαν υποστεί κακή μεταχείριση πριν τη δημοσίευσή τους.[2] Επίσης ίδιος ο Γερμανός δεν αναφέρει την παρουσία του σε άλλα σημαντικά συμβάντα όπως η εν Καλτεζαίς Συνέλευση (1821), η Συνέλευση της Επιδαύρου, το ταξίδι του στην Ιταλία κ.ά. ενώ πουθενά δεν αναφέρει ότι ετέλεσε οποιαδήποτε ιερουργεία στο διάστημα των ετών 1820-1823 που καλύπτει στα απομνημονεύματά του (βλ. άρθρο Παλαιών Πατρών Γερμανός/Τα Απομνημονεύματα).





Δέκα χιλιόμετρα βόρεια των Καλαβρύτων, μέσα στο φαράγγι του Βουραϊκού, κολλημένο επάνω σε ένα βράχο, βρίσκεται η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Ο κύριος ναός είναι σταυροειδής και είναι χτισμένος μέσα σε ένα μεγάλο κοίλωμα του βράχου. Στο εσωτερικό του σώζονται αγιογραφίες, οι οποίες χρονολογούνται από το 1653, το ξυλόγλυπτο τέμπλο και ο άμβωνας. Στο ναό φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της δεξιοκρατούσας, έργο του 4ου αιώνα, που αποδίδεται στον Ευαγγελιστή Λουκά. Το μοναστήρι γιορτάζει το δεκαπενταύγουστο στη μνήμη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.Το Μέγα Σπήλαιο υπήρξε κέντρο της Επανάστασης του 1821 και η στιγμή, που έμεινε στην Ιστορία ως η πιο σημαντική, ήταν η απόκρουση του Ιμπραήμ το 1827. Το μοναστήρι καταστράφηκε πάρα πολλές φορές ενώ πιο πρόσφατη είναι η πυρκαγιά του 1943.Η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου είναι ανδρική και δέχεται πάρα πολλούς επισκέπτες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, που έρχονται για να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας και τα πολλά ιερά λείψανα αγίων, αλλά και να επισκεφθούν το μουσείο με τα κειμήλια του αγώνα του 1821.Λόγω του αδούλωτου φρονήματος των μοναχών, του μοναδικού τοπίου, στο οποίο είναι η χτισμένο το Μοναστήρι και του ρόλου, που διαδραμάτισε κατά την Επανάσταση, η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου κατέχει μία από τις πλέον εξέχουσες θέσεις ανάμεσα στα γνωστότερα Μοναστήρια του ελληνικού χώρου. Φθάνοντας κάποιος εκεί, αντικρίζει έναν άγριο και απότομο βράχο ύψους 120 μέτρων, που στην κορυφή του υπάρχει ένας πολύ παλιός πύργος. Στον βράχο αυτό, έχει βρει καταφύγιο το  Μέγα Σπήλαιο, του οποίου η πρόσοψη καλύπτεται από κελιά. Το μοναστήρι κατά την παράδοση ιδρύθηκε το 362 μ. Χ από τους μοναχούς Συμεών και Θεόδωρο στη θέση, που βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας στο βάθος της σπηλιάς, εκεί όπου υπάρχει η πηγή. Η εικόνα βρέθηκε από μια βοσκοπούλα και είναι φτιαγμένη από μαστίχα και κερί.Αρκετά χρόνια αργότερα το Μέγα Σπηλαίο κάηκε από τους εικονομάχους και το 1285 ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος το ανοικοδόμησε. Τότε, άρχισε να γίνεται ένα από τα πλουσιότερα μοναστήρια. Η δεύτερη φορά που κάηκε ήταν το 1400 ενώ κατά την τρίτη φορά το 1600 κάηκε η εκκλησία και η πολύτιμη βιβλιοθήκη, που φιλοξενούσε σπάνια χειρόγραφα.Η Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όμως, κάηκε και για τέταρτη φορά το 1934, με αποτέλεσμα να καταστραφούν όλα τα κειμήλια ανεκτίμητης αξίας. Ανοικοδομήθηκε το 1936, αλλά πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε από τους Γερμανούς το Δεκέμβρη του 1943.Οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους 22 μοναχούς και όλο το προσωπικό της μονής και πέταξαν τα πτώματά τους από ένα διπλανό γκρεμό.











 










 



 











Comments